- οιδηματικός
- -ή, -ό [οίδημα]1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο οίδημα2. φρ. «οιδηματική νόσος»ιατρ. νόσος που χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση οιδημάτων και γενική καχεξία και προσβάλλει πληθυσμούς με πολύ φτωχή σε λευκώματα και λίπη διατροφή.
Dictionary of Greek. 2013.